EPIOSYINFO NEWS
latest

728x90

468x60

Ο έλεγχος των κυβερνώντων

Οι Πολίτες είναι οι κύριοι υπεύθυνοι για την μη τήρηση των νόμων εκ μέρους των κυβερνήσεων – αφού μπορούν να επιβάλλουν το Δίκαιο, με τη βοήθεια της πολιτικής ανυπακοής και άλλων ειρηνικών μεθόδων.

Είναι ίσως σκόπιμο να αναφέρουμε ξανά πως, παρά το ότι η κύρια ευθύνη της κάθε πολιτικής ηγεσίας δεν είναι άλλη από τη σωστή διαχείριση των δημοσίων οικονομικών, οι κυβερνήσεις φαίνεται να λειτουργούν διαχρονικά, με έναν εντελώς παράδοξο τρόπο:

Αφού έχουν στη διάθεση τους ένα ορισμένο «budget», έτσι όπως εμφανίζεται στον εκάστοτε ετήσιο προϋπολογισμό (προερχόμενο από φόρους, από τα κέρδη των κοινωφελών επιχειρήσεων, από τα «ενοίκια» της δημόσιας περιουσίας κλπ.), δεν ξοδεύουν, όπως ο κάθε συνετός «εισοδηματίας» (και ο κάθε απλός διαχειριστής πολυκατοικίας), το ποσόν που ευρίσκεται στη διάθεση τους, αλλά δανείζονται πολύ περισσότερα – χωρίς καθόλου να ρωτήσουν τους Πολίτες που εκπροσωπούν.

Υπενθυμίζουμε εδώ την απίστευτα μεγάλη αυθαιρεσία κάποιων κυβερνήσεων, όπως αυτήν της Ισλανδίας, να δανειστούν για να «διασώσουν» τις ιδιωτικές, χρεοκοπημένες τράπεζες της χώρας τους, με τα χρήματα των Πολιτών τους – αφενός μεν πτωχεύοντας το κράτος τους, αφετέρου δε, χωρίς τη συμφωνία των κυβερνωμένων!

«Μετονομάζοντας» λοιπόν τις ζημίες σε ελλείμματα, συσσωρεύουν κακοδιαχείριση ετών, δημιουργώντας εκ του μηδενός τεράστια δημόσια χρέη – τα οποία σήμερα, τοκιζόμενα, απειλούν να πτωχεύσουν πολλά κράτη. Ακόμη περισσότερο οι κυβερνήσεις, αντί να μειώνουν τα έξοδα τους (ενδεχομένως απολύοντας πλεονάζων προσωπικό, εξοικονομώντας από περιττές δαπάνες, περιορίζοντας αμοιβές, λειτουργώντας με κέρδος τις δημόσιες εταιρείες κλπ), ρίχνουν το βάρος των χρεών και των «ελλειμμάτων», των ζημιών δηλαδή, στους Πολίτες τους, κατηγορώντας τους επί πλέον για ελλιπή φορολογική συνείδηση, για μειωμένη παραγωγικότητα, για οκνηρία, για σπατάλη και για τόσα πολλά άλλα.

Από τη μία πλευρά δηλαδή σπαταλούν ατιμώρητοι τη δημόσια περιουσία (πουλούν ακόμη και τις επιχειρήσεις που ανήκουν στους Πολίτες τους), ενώ από την άλλη οργανώνουν «αστυνομικές ομάδες ελέγχου» εναντίον εκείνων των δύστυχων Πολιτών, οι οποίοι ουσιαστικά συντηρούν τόσο τους ίδιους, όσο και το υπόλοιπο Κράτος. Την ίδια στιγμή, προσπαθούν έμμεσα να πείσουν τους Πολίτες τους ότι, η δημόσια περιουσία ανήκει στους κυβερνώντες – ότι δεν είναι δηλαδή ιδιοκτησία των κυβερνωμένων!

Τέλος, «οικοδομούν» επάνω στα συναισθήματα «ενοχής» των «υπηκόων» τους (επιβάλλοντας τους ουσιαστικά έναν κυριολεκτικά καταστροφικό αυτοσαρκασμό, στη θέση της δημιουργικής αυτοκριτικής), καθώς επίσης στην «ζηλόφθονη», εχθρική, ανταγωνιστική συμπεριφορά του ενός για τον άλλο – στο «διαίρει και βασίλευε». Επομένως, η πρώτη μεγάλη ασθένεια, η οποία οφείλει να θεραπευθεί θεσμικά, είναι

(α) Η δια νόμου απαγόρευση της πώλησης δημόσιας περιουσίας, καθώς επίσης η απαγόρευση του δανεισμού των κρατών. Εάν η εκάστοτε κυβέρνηση αδυνατεί να ανταπεξέλθει με τα έξοδα του κράτους, είναι απόλυτα υποχρεωμένη να τα περιορίσει, καθώς επίσης να αυξήσει τα έσοδα – σεβόμενη τουλάχιστον την αλληλεγγύη των γενεών.

Ο δανεισμός επιβαρύνει ουσιαστικά τις μελλοντικές γενιές, με τις παρούσες τότε να ζουν εις βάρος τους – μία τεράστια κοινωνική αδικία, η οποία οφείλει άμεσα να καταπολεμηθεί. Άλλωστε είμαστε σίγουροι ότι, εάν οι σημερινοί Έλληνες γνώριζαν ότι ζουν εις βάρος των παιδιών τους (μία τεράστια ευθύνη όλων αυτών που δεν μας έχουν ενημερώσει σωστά), θα έπαυαν αμέσως να το κάνουν – επιτυγχάνοντας πραγματικά θαύματα.

(β) Η επόμενη είναι η αδιαφάνεια στη διαχείριση των δημοσίων οικονομικών, όπως επίσης στη στελέχωση των κρατικών υπηρεσιών. Η μακροπρόθεσμη καταπολέμηση της, αυτή δηλαδή που δεν στηρίζεται στις «διαθέσεις» των εκάστοτε κυβερνώντων, είναι η δια νόμου υποχρέωση όλων ανεξαιρέτως των δημοσίων οργανισμών (υπουργεία, επιτροπές, κόμματα, δήμοι, κοινότητες, επιχειρήσεις κλπ) να τηρούν το υποχρεωτικό για τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα διπλογραφικό λογιστικό σύστημα – καθώς επίσης να συντάσσουν ετησίους Ισολογισμούς, με περιουσιακά στοιχεία (ενεργητικό), με υποχρεώσεις (παθητικό), με αριθμό προσωπικού, με μισθούς, με παραγωγικότητα και με αποτελέσματα χρήσεως (τζίρος, κέρδη, ζημίες κλπ).

Όλοι αυτοί οι Ισολογισμοί, καθώς επίσης ο κεντρικός του κράτους (Holding), ο οποίος οφείλει να συμπεριλαμβάνει όλα τα επί μέρους «μεγέθη» του, πρέπει να δημοσιεύονται με διαφάνεια στο διαδίκτυο έτσι ώστε, αφενός μεν να έχουν τη δυνατότητα να ενημερώνονται οι Πολίτες, αφετέρου δε να μην έχουν καμία «δικαιολογία» οι νέες κυβερνήσεις – να μην ισχυρίζονται κάθε φορά δηλαδή «κοινότυπα» ότι, δεν γνωρίζουν τι ακριβώς παραλαμβάνουν από τις προηγούμενες.

Ειδικά όσον αφορά τα πολιτικά κόμματα, τόσο το διπλογραφικό λογιστικό σύστημα, όσο και οι ετήσιοι Ισολογισμοί στο διαδίκτυο, θα πρέπει να υιοθετηθούν άμεσα - εάν θεωρούμε ότι οφείλουν να εφαρμόζονται οι ελάχιστα απαιτούμενες δημοκρατικές διαδικασίες, τουλάχιστον από αυτούς που θέλουν να μας διοικούν.

(γ) Μία τρίτη «ασθένεια» είναι η μη εφαρμογή των προεκλογικών προγραμμάτων διακυβέρνησης, από τα κόμματα που αναλαμβάνουν την ηγεσία. Η πιστή εφαρμογή των προγραμμάτων αυτών θα πρέπει να είναι υποχρεωτική από το Νόμο - ο οποίος οφείλει να προβλέπει ποινικές συνέπειες, σε σχέση με την ενδεχόμενη μη τήρηση του.

(δ) Το «γραφειοκρατικό» πλαίσιο (απρόσκοπτο άνοιγμα ή κλείσιμο εταιρειών, θεσμική «προστασία» από τη διαφθορά των Δ.Υ. κλπ), καθώς επίσης η βασική φορολογική αντιμετώπιση των ιδιωτικών επιχειρήσεων (ελεύθερων επαγγελματιών κλπ), στην οποία στηρίζεται κυρίως η ανάπτυξη μίας Οικονομίας, πρέπει επίσης να θεσμοθετείται μακροπρόθεσμα – έτσι ώστε να μην υπόκειται σε βραχυπρόθεσμες διαφοροποιήσεις οι οποίες, αφού είναι μη προβλεπόμενες, δεν προγραμματίζονται, καθιστώντας ασύμφορες τις πάσης φύσεως επενδύσεις.

Κατά την άποψη μας δε, η ανάπτυξη μίας Οικονομίας θα ήταν κατά πολύ πιο δυναμική, εάν οι φόροι στα αδιανέμητα κέρδη των επιχειρήσεων μηδενιζόταν – με τη φορολόγηση των διανεμομένων (μερισμάτων) να «ακολουθεί» μία προοδευτική κλίμακα.

(ε) Απαραίτητα θεσμοθετημένη οφείλει να είναι επίσης η λειτουργία της εκάστοτε κεντρικής τράπεζας, η ανεξαρτησία της οποίας αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα της «δυτικής οικονομικής σκέψης». Η κεντρική τράπεζα είναι κατά κάποιον τρόπο η δικαστική εξουσία της Οικονομίας, αφού μόνο αυτή έχει τη δυνατότητα να ελέγχει την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, καθώς επίσης να επιβλέπει τη λειτουργία των εμπορικών τραπεζών.

Επειδή λοιπόν είναι ουσιαστικά η «καρδιά» του χρηματοπιστωτικού συστήματος, το οποίο με τη σειρά του εξασφαλίζει τη σωστή λειτουργία του κράτους, οφείλει να δίνεται μεγάλη σημασία στη «δημοκρατική» στελέχωση της (εκλογή του προέδρου της από το Κοινοβούλιο, με απόλυτη πλειοψηφία άνω του 60%, έτσι ώστε να μην είναι «υποχείριο» του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος κλπ).

Ίσως οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ ότι, εάν η πρώτη προτεραιότητα του ΔΝΤ, σε σχέση με την κατάκτηση μίας χώρας, είναι η (ενδοτική) σύμπραξη της κυβέρνησης της (η «συνενοχή» της ηγεσίας εξασφαλίζεται εκ των προτέρων), η επόμενη αφορά τη λεηλασία των τραπεζών της – αφού διαφορετικά είναι πολύ δύσκολο να την «υποδουλώσει» μακροπρόθεσμα.

Στην υποθετική αυτή περίπτωση όμως, είναι μάλλον απαραίτητη η συνεργασία της εκάστοτε κεντρικής τράπεζας, η οποία διαθέτει όχι μόνο όλες τις πληροφορίες, σε σχέση με το χρηματοπιστωτικό και λοιπό οικονομικό σύστημα του κράτους, αλλά και τα διάφορα μέσα, για να τις χρησιμοποιήσει με τον κατάλληλο τρόπο (η «ιστορία» της ΤτΕ, σε σχέση με τις «ανοιχτές» αγοραπωλησίες των ελληνικών ομολόγων, είναι χαρακτηριστική).

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Προφανώς υπάρχουν πολλοί άλλοι Θεσμοί και Νόμοι, με τη βοήθεια των οποίων θα μπορούσαν να ελέγχονται καλύτερα οι εκάστοτε κυβερνώντες. Για παράδειγμα, η πραγματικά ανεξάρτητη λειτουργία των δικαστηρίων, χωρίς «βουλευτικές ασυλίες» ή άλλου είδους «διαστρεβλώσεις», η δημιουργία ενός εθελοντικού οργάνου υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, το οποίο να ελέγχει τις κυβερνητικές αποφάσεις, στελεχωμένο από «εκπαιδευμένους» Πολίτες μετά από κλήρωση, τα δημοψηφίσματα για σημαντικά εθνικά θέματα – ιδιαίτερα για αυτά που δεν έχει δοθεί η ρητή έγκριση των κυβερνωμένων (όπως για παράδειγμα η συμμετοχή του ΔΝΤ στα εσωτερικά της χώρας) και διάφορα άλλα.

Εν τούτοις, δεν είναι ποτέ αρκετή η θέσπιση νόμων, εάν δεν συνοδεύεται ταυτόχρονα από ρεαλιστικές μεθόδους τήρησης τους. Δεν φτάνει δηλαδή να υπάρχουν θεσμικές διαδικασίες, εάν δεν εφαρμόζονται απαρέγκλιτα από όλους τους συμμετέχοντες στο κοινωνικό «γίγνεσθαι» – με τους συνειδητούς Πολίτες να «επαγρυπνούν» και όχι απλά να «αποποιούνται» των ευθυνών τους.

Σε κάθε περίπτωση βέβαια, αυτό που απαιτείται είναι ο όσο το δυνατόν μεγαλύτερος περιορισμός της ευχέρειας των κυβερνώντων να λαμβάνουν αυθαίρετα αποφάσεις – γεγονός που επιτυγχάνεται από την ύπαρξη λεπτομερών θεσμών, για κάθε σημαντικό κοινωνικό ή πολιτικό θέμα.

Οι απαιτήσεις της Δημοκρατίας είναι πολύ μεγαλύτερες από την απλή ψήφιση νόμων, ενώ οι υπεύθυνοι Πολίτες οφείλουν να επωμίζονται το μεγαλύτερο βάρος της ορθολογικής λειτουργίας της – διαμαρτυρόμενοι και διαδηλώνοντας όχι μόνο όταν θίγεται το ατομικό τους συμφέρον (ασφαλιστικό κλπ), αλλά, κυρίως, όταν απειλείται η ίδια η Δημοκρατία και το, σημερινό ή μελλοντικό, συλλογικό καλό – ιδιαίτερα δε, εάν δεν γίνεται σεβαστή η αλληλεγγύη των γενεών. Όταν δηλαδή

(α) δαπανώνται πόροι από μία γενιά που δεν εργάσθηκε για να τους αποκτήσει (συντάξεις μεγαλύτερες από τις διαχρονικές κρατήσεις, δάνεια του δημοσίου για «καταναλωτικούς» σκοπούς, όπως είναι η πρόσληψη υπεράριθμων ΔΥ κλπ), ή

(β) σπαταλιέται δημόσια περιουσία (περιβαλλοντικοί πόροι, ενέργεια κ.α.), χωρίς την απαιτούμενη υπευθυνότητα.

Κλείνοντας, κατά την άποψη μας οι Πολίτες είναι οι κύριοι υπεύθυνοι για την μη τήρηση των νόμων εκ μέρους των εκάστοτε κυβερνήσεων – αφού μπορούν σχετικά εύκολα να επιβάλλουν το Δίκαιο, με τη βοήθεια των απεργιών, των διαδηλώσεων, της πολιτικής ανυπακοής και τόσων άλλων ειρηνικών μεθόδων, τις οποίες έχουν στη διάθεση τους.

Για παράδειγμα, όταν τυχόν διαπιστώνεται η ατιμωρησία κάποιων ανεπαρκών ή διεφθαρμένων πολιτικών προσώπων (χρηματισμός κ.α.), θα πρέπει οι Πολίτες να απεργούν μαζικά και να διαδηλώνουν, απαιτώντας την τιμωρία τους – δηλαδή, την ακριβή τήρηση των νόμων και των θεσμών. Είναι μάλλον εμφανές το ότι, πολύ δύσκολα θα κατάφερνε να επικρατήσει το άδικο σε μία δημοκρατική κοινωνία, η οποία αποτελείται από συνειδητούς, υπεύθυνους και ενεργούς πολίτες.

V.V.

Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι ένας σύγχρονος οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου – όπου και δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά για αρκετά χρόνια, με ιδιόκτητες επιχειρήσεις.

Έχει γράψει το βιβλίο “Υπέρβαση Εξουσίας”, το οποίο αναφέρεται στο φορολογικό μηχανισμό της Γερμανίας, ενώ έχει εκδώσει τρία βιβλία αναφορικά με την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, με τον τίτλο “Η κρίση των κρίσεων”.

Έχει ασχοληθεί με σημαντικές έρευνες και αναλύσεις επί του αντικειμένου του (μακροοικονομία), επί διεθνούς επιπέδου, οι οποίες φιλοξενούνται τακτικά σε ημερήσιες εφημερίδες, περιοδικά και ηλεκτρονικές ιστοσελίδες.
« PREV
NEXT »

Facebook Comments APPID